Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βουρδωνάρης
1 εγγραφή
βουρδωνάρης ο· βορδωνάρης.
  • Ημιονηγός, αγωγιάτης:
    • (Κατά ζουράρη 5).

[<μτγν. ουσ. βουρδωνάριος. Ο τ. στο Somav. (βορδο‑) και σήμ. ιδιωμ. Η λ. στο Βλάχ. (ρδο‑) και σήμ. ιδιωμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες