Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βάρητα
1 εγγραφή
βάρητα η.
  • Κόρος:
    • η ανακάτωση η περίσσια και το περίσσιο θάρρος τη βάρητα γεννούσι (Πιστ. βοσκ. I 3, 166 (έκδ. ργητα).)>

[<ουσ. βάρος αναλογ. με ουσ. σε ητα. Η λ. και σήμ. ιδιωμ. (ΙΛ)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες