Επιτομή Λεξικού Κριαρά
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- Εβραίισσα η· Εβραίσσα· Οβραίσσα.
-
- Εβραία:
- (Πουλολ. 584).
[<εθν. Εβραίος + κατάλ. ‑ισσα. Ο τ. Εβραίσσα στο Somav. (‑αίσα, λ. Εβραία). Η λ. και σήμ.]
- Εβραία:
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[<εθν. Εβραίος + κατάλ. ‑ισσα. Ο τ. Εβραίσσα στο Somav. (‑αίσα, λ. Εβραία). Η λ. και σήμ.]
| © 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |