Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ελλάδα :: Γνώμη (άρθρο σχολιασμού)

( είναι πολιτική και η κρίση του δικαστηρίου :: 05-03-2003) 

Είναι πολιτική και η κρίση του δικαστηρίου

ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ

Τα πράγματα στη δίκη αγριεύουν. Μετά τις πρώτες, υπερβολικές κατά τη γνώμη που εξέθεσα χθες, "εγκαρδιότητες", έφθασε, με την ανακοίνωση ήδη του κατηγορητηρίου, η ώρα της αμφισβήτησης και της αντεπίθεσης εκ μέρους των κατηγορουμένων. Η εξέλιξη αυτή είναι απόλυτα αναμενόμενη και φυσιολογική. Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση, είτε είμαστε εντός είτε εκτός διαδικασίας, να συγχέουμε την προσωπική μας άποψη για τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς με το ιερό δικαίωμα των κατηγορουμένων, καθώς και των συνηγόρων τους, να υπερασπισθούν τους εαυτούς τους και την τιμή τους, όπως αυτοί την αντιλαμβάνονται.

Χρέος, όμως, επίσης των δικαστών αλλά και των εγρήγορων πολιτών είναι να υποβάλλουν τη στάση και την επιχειρηματολογία όλων των παραγόντων της δίκης στη δοκιμασία της λογικής και της πειστικότητας. Οι κατηγορούμενοι αντέταξαν χθες στο κατηγορητήριο που τους απαγέλθηκε ότι για τις πολιτικές, όπως τις εκτιμούν, πράξεις τους δεν δέχονται παρά μόνο πολιτική, και άρα όχι νομική-δικαστική, αντιμετώπιση. Απέναντι σε αυτόν τον τρόπο αντίδρασης θα ήθελα να υπενθυμίσω ένα απλό, όσο και άφαντο από τον δημόσιο διάλογο, δεδομένο: η κρίση του δικαστηρίου είναι και αυτή κρίση πολιτική, με την ευρεία, αλλά και μόνη ουσιαστική, έννοια της λέξης. Οι δικαστές είναι άνθρωποι εν κοινωνία, με γνώμη, πεποιθήσεις και, κατ' ελάχιστον, δυνατότητα κατανόησης κάθε πολιτικού ζητήματος ή επιχειρηματολογίας, από όπου και αν προέρχεται (γι' αυτό, εξάλλου, επιμένω ότι οι ίδιοι δεν θα πρέπει με τα λόγια και τις πράξεις τους να υποβαθμίζουν αυτή την αναγκαία για την απόδοση δικαιοσύνης διάσταση). Δεν ευσταθεί, συνεπώς, να αποδίδεται απαξία ή έστω εγγενής αναρμοδιότητα στην "επίσημη δικαιοσύνη του κράτους" (γνωρίζουν όμως άραγε οι κατηγορούμενοι καμία ανεπίσημη μορφή δικαιοσύνης;) με βάση το μόνο επιχείρημα ότι το δικαστήριο - το συγκεκριμένο, αλλά, κατά την επιχειρηματολογία αυτή, και κάθε άλλο - είναι "ξένο" προς ζητήματα και πράξεις με έντονη πολιτική χροιά.

Με βάση τα παραπάνω θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει τα ακόλουθα στους βασικούς χθεσινούς ισχυρισμούς των κατηγορουμένων (περιμένοντας, συγχρόνως, λιγότερη αγκύλωση από τους συνηγόρους τους): πρώτον, ότι η όποια ανάληψη "πολιτικής ευθύνης", πέρα από το ότι έρχεται σε σύγκρουση με το ίδιο το περιεχόμενο του όρου (η ευθύνη προϋποθέτει λαϊκή εντολή), δεν έχει καμία επιρροή ούτε στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου ούτε στην έκβαση της δίκης. Δεύτερον, ότι τους δικαστές δεν μπορούν να τους "ακυρώσουν" όσοι αμφισβητούν την πολιτική τους, με την παραπάνω έννοια, νομιμοποίηση, αλλά μόνον η ενδεχόμενα κακή άσκηση του λειτουργήματός τους. Τρίτον, ότι ένα διακστήριο δεν μπορεί συγχρόνως να αποκαλείται απαξιωτικά "πολιτικό" (υπό την έννοια τής εκ μέρους του παραδοχής των κανόνων της λεγόμενης "αστικής δημοκρατίας") και συγχρόνως να περιφρονείται ως όχι αρκετά "πολιτικό" (δηλαδή μη ευάγωγο στις πεποιθήσεις των κατηγορουμένων). Τέταρτον, ότι τι είναι "πολιτικό έγκλημα" και τι όχι είναι μια βασικώς, αν όχι αμιγώς, νομική υπόθεση. Αλλά περί αυτού, και μόνον αυτού, αναλυτικότερα αύριο.