Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Γνώμες-Σχόλια :: Ανάλυση

( τριτη αποψη - ευρώπη και απασχόληση :: 24-01-2003) 

ΤΡΙΤΗ ΑΠΟΨΗ Ευρώπη και απασχόληση

Οι μισές νέες προσλήψεις στην Ελλάδα αφορούν σταθερή απασχόληση

ΣΑΒΒΑΣ Γ. ΡΟΜΠΟΛΗΣ

Ο ρόλος της εργασίας στη διαδικασία της κεφαλαιακής συσσώρευσης κατέχει σημαντική θέση τους δύο τελευταίους αιώνες στην κλασική βιβλιογραφία της πολιτικής οικονομίας. Την τελευταία δε εικοσαετία, απέκτησε ιδιαίτερη, όπως για άλλους λόγους σε άλλες περιόδους, σημασία με τη διεύρυνση του χάσματος ανάμεσα στην αύξηση της κερδοφορίας και τη μείωση των εισοδημάτων, της απασχόλησης και το υψηλό επίπεδο της ανεργίας.

Η διεύρυνση αυτού του χάσματος εκφράζει στην ουσία τη συντελούμενη κρίση στις σχέσεις παραγωγής και εργασίας.

Πράγματι, οι τεχνολογικές εξελίξεις και αναδιαρθρώσεις με τον τρόπο που συντελούνται στη διεθνή και ελληνική οικονομία, στα πεδία της παραγωγής, της τεχνολογίας, της οργάνωσης της εργασίας κ.λπ., ανεξαρτητοποιούνται από κοινωνικές συνιστώσες, με αποτέλεσμα να συμβάλλουν στην ένταση των κρισιακών σχέσεων παραγωγής και εργασίας, που εκδηλώνονται με τη συρρίκνωση της μισθωτής εργασίας, την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, τη μείωση της απασχόλησης, την αύξηση της ανεργίας και την αποδυνάμωση της δυναμικής ανάπτυξης του κράτους πρόνοιας.

Επιπλέον, η μείωση της αναλογίας των εργαζομένων με καθεστώς πλήρους απασχόλησης, οδηγεί τα συνδικάτα στο να διαμορφώσουν στρατηγικές προσέλκυσης νέων μελών και εκπροσώπησης, προσαρμοσμένες στις "νέες ομάδες" του εργατικού δυναμικού, εργαζόμενες γυναίκες, εργαζομένους με μερική απασχόληση κ.λπ. Από την άποψη αυτή είναι ενδιαφέρον να τονιστεί ότι, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΙΝΕ / ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ, προέκυψε μεταξύ των άλλων ότι τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα η σταθερή απασχόληση αφορά μόνο το 50% των νέων προσλήψεων, αφού το 33% είναι εποχική και το 17% ευκαιριακή απασχόληση. Έτσι, σ' ένα σύστημα προσλήψεων - απολύσεων, οι επιχειρήσεις, ιδιαίτερα αυτές που απασχολούν περισσότερους από 50 εργαζομένους, απέλυσαν εργαζομένους με σταθερή απασχόληση και προσέλαβαν άλλους με προσωρινή, εποχική και ευκαιριακή απασχόληση.

Το ερώτημα επομένως που γεννιέται είναι εάν μέσα σ' ένα υφεσιακό οικονομικό περιβάλλον στην Ευρωπαϊκή Ένωση που προβληματίζει σοβαρά, εκτός των άλλων, για την επιστροφή του ποσοστού της ανεργίας στα επίπεδα της δεκαετίας του 1990, ποια θα είναι η στρατηγική που θα διαπερνά τις πολιτικές απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ιδιαίτερα μάλιστα όταν η παρατηρούμενη κρίση στις σχέσεις παραγωγής και εργασίας έχει περαιτέρω ενταθεί από την αντίφαση ανάμεσα στην ολοκλήρωση της νομισματικής και οικονομικής σφαίρας και τη μη ολοκλήρωση της πραγματικής οικονομίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο πλαίσιο αυτό, οι απόψεις που αναπτύσσονται στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση της ανεργίας, είτε με τη μέθοδο συντονισμού των εφαρμοζόμενων πολιτικών είτε με δραστικές αλλαγές στην αγορά εργασίας, με ιδιαίτερη έμφαση στην απελευθέρωση των απολύσεων και στην αποδιάρθρωση του κράτους πρόνοιας, αντιμετωπίζουν τα κοινωνικά προβλήματα στον ευρωπαϊκό χώρο κατά τρόπο διαχειριστικό, περιοριστικό και με ελάχιστη, όπως μέχρι σήμερα, αποτελεσματικότητα στην καταπολέμησή τους.

Πράγματι, πώς είναι δυνατόν να περιμένει κανείς την ουσιαστική καταπολέμηση της ανεργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εάν αυτή δεν συνδεθεί με την κατάλληλη μακροοικονομική πολιτική και τις πολιτικές απασχόλησης στο πλαίσιο μιας Συνθήκης για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την πραγματική σύγκλιση με στόχους, χρονοδιάγραμμα, πόρους, αξιολόγηση και κυρώσεις; Επιπλέον, πώς είναι δυνατόν να θεωρείται στρατηγική αναμόρφωσης των συνταξιοδοτικών συστημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση η αναθεώρησή τους, στην κατεύθυνση ελάφρυνσης των κρατικών προϋπολογισμών, τα επόμενα χρόνια, από τις δαπάνες για σύνταξη; Κατά συνέπεια, για την ελληνική προεδρία προκύπτει η αναγκαιότητα επεξεργασίας μιας συγκροτημένης πρότασης αναθεώρησης: των κατευθυντηρίων γραμμών οικονομικής πολιτικής, της στρατηγικής απασχόλησης με δεσμεύσεις επίτευξης (Συνθήκη) ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών και της κοινωνικοασφαλιστικής στρατηγικής, με τον σχεδιασμό του ευρωπαϊκού συστήματος κοινωνικής προστασίας, με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, πόρους, αξιολόγηση και κυρώσεις.

Η διαμόρφωση μιας τέτοιας πρότασης ολοκληρωμένης αντιμετώπισης του κοινωνικού ελλείμματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, απορρέει αφενός από τη διεύρυνση των κοινωνικών προβλημάτων και αφετέρου από την επικείμενη ύφεση και ό,τι αυτή συνεπάγεται για την αύξηση της ανεργίας, την ένταση των εισοδηματικών και κοινωνικών ανισοτήτων και την επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου στην Ευρώπη.