Παράλληλη Αναζήτηση
Αναζήτηση για: "κακοκαρδίζω"
1 λέξη με 1 εμφανίσεις | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- κακοκαρδίσει (1) [κακοκαρδίζω - V:F3s:S3s]
-
M1964 P010 L012 … κυβέρνηση δεν θα χρειαστεί να κακοκαρδίσει τους ψηφοφόρους με μέτρα όπως …