Παράλληλη Αναζήτηση
Αναζήτηση για: "Μ*"
1 λέξη με 2 εμφανίσεις | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- μονιμοποιημένη (2) [μονιμοποιημένος - A:Nfs:Afs:Vfs]
-
P3462 P012 L032 …ησία είναι πολυκαιρισμένη και μονιμοποιημένη αμέλεια, ναρκωμένη σκέψη, γέν…
P3462 P014 L039 …ό την Ορθόδοξη ασκητική είναι μονιμοποιημένη αμέλεια, γέννημα ναρκωμένης σ…