Παράλληλη Αναζήτηση
Αναζήτηση για: "Μ*"
1 λέξη με 1 εμφανίσεις | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- μακρόσυρτα (1) [μακρόσυρτος - A:Nnp:Anp:Vnp, μακρόσυρτα - ADV]
-
N1239 P008 L028 …ς, πάντα στα διαλείμματα από τα μακρόσυρτα κρεβατώματά της. Και όσο βυθίζε…