Παράλληλη Αναζήτηση

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Αθλητικά :: Ανεπτυγμένη είδηση-λόγος

( σε εγκαρδιο κλιμα το γευμα του γιωργου ορφανου προς τιμη των δημοσιογραφων της πολη :: 5/1/2006 20:43:10) 

Ως καλό οικοδεσπότης ο Γιώργος Ορφανός στην… κεφαλή του τραπεζιού περιποιήθηκε με τον καλύτερο τρόπο τους δημοσιογράφους της Θεσσαλονίκης.

ΑΙΧΜΕΣ

MAPΩ ΛΟΥΚΑ

Μπραντ ντε φερ του υφυπουργού Αθλητισμού με τον πολιτικό συντάκτης της "Μ" Βαγγέλη Πλάκα και διαιτητή τον Νίκο Ρούμπο.

Η φωνή του πανικού

«Φιδότοπος»

Ο Γιώργος Ορφανός έδειξε να εντυπωσιάζεται όταν εμφανίστηκε μία φωτογραφία με την αγαπημένη του ομάδα, τους Ακρίτες Συκεών.

ΠΟΠΗ ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΟΥ

Μια φορά έμεινα να κοιτάζομαι με μιαν όχεντρα.

ΣΕ ΕΓΚΑΡΔΙΟ ΚΛΙΜΑ ΤΟ ΓΕΥΜΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΟΡΦΑΝΟΥ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΗ

Ίσα που ακούγεται μια άγνωστη ανδρική φωνή, κάπως θυμωμένη, μέσα σε διαολεμένο θόρυβο, να λέει περίπου τη φράση "δεν φτάνει που με συκοφαντείτε επί 8 μήνες". Εκείνη την ημέρα τα πόδια μου έφτασαν ως τα αυτιά μου απ' το τρεχαλητό.

Στην υγειά της Θεσσαλονίκης

Ντοκουμέντο, διαφημίζει το Alter, η φωνή του Γιωτόπουλου. Από τότε πέρασαν χρόνια.

Στην υγεία των δημοσιογράφων της Θεσσαλονίκης… Η πρώτη πρόποση της χρονιάς του υφυπουργού Αθλητισμού Γιώργου Ορφανού με τους εκπροσώπους του Τύπου έστειλε ένα μήνυμα αισιοδοξίας, τόσο για τον αθλητισμό της πόλης, όσο και για τους φιλάθλους, που δικαιολογημένα αγωνιούν για το αθλητικό μέλλον.

Τι μας λέτε; Αλλά αυτή η έκταση, πλαγιαστά στα σπίτια μας ως εκεί τα ριζώματα του βουνού παράμενε φιδότοπος.

Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ

Λες και είναι η φωνή του Μεσσία. Κι εμείς, όπως και κάθε χρονιά, υποβάλαμε την αίτησή μας στη Δημαρχία.

Μακριά από την πίεση της καθημερινότητας ο υφυπουργός Αθλητισμού είχε την ευκαιρία να τα πει με τους δημοσιογράφους, σε κεντρικό εστιατόριο της Θεσσαλονίκης, να ανταλλάξει απόψεις και να μοιράσει ευχές για το 2006.

Αυτο-οικτίρεται τάχα ο Ευαγγελάτος:

Τα λοιπά και τα λοιπά και σας παρακαλούμε να ληφτεί η παρούσα εις το υπόψη.

Αίσθηση προκάλεσε η μεγάλη ανταπόκριση των δημοσιογράφων του γραπτού και ηλεκτρονικού Τύπου, καθότι καλεσμένοι δεν ήταν μόνο οι εκπρόσωποι του αθλητικού ρεπορτάζ, αλλά ολόκληρου του δημοσιογραφικού φάσματος της πόλης.

"Πού φτάσαμε, να θεωρούμε τη φωνή του Γιωτόπουλου ντοκουμέντο".

Όμως όχι πως περιμέναμε τίποτα.

Με ένα ποτήρι στο χέρι ο Γιώργος Ορφανός πηγαινοερχόταν από τραπέζι σε τραπέζι, με ένα πλατύ όσο και ζεστό χαμόγελο, συζητώντας και απαντώντας σε ερωτήσεις της καθημερινότητας και όχι απαραιτήτως αθλητικού περιεχομένου.

Πάντως το βάζει να το ακούσουμε ίσα με 8 φορές.

Την εφτιάξαμε που να 'χομε τουλάχιστο την ιδέα ότι κάπως το κινούμε το πράμα.

Είχε φθάσει από τους πρώτους, συνοδευόμενος από τη σύζυγό του, Μερόπη.

Να το εμπεδώσουμε.

Πάντως η περιοχή δεν ξεχερσωνόταν.

Μαζί του ήταν ο γενικός διευθυντής του υφυπουργείου Δημήτρης Λυκόπουλος και ο ειδικός σύμβουλός του, Παναγιώτης Χατζηλαζαρίδης, που όπως και ο υφυπουργός προέρχονται από το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο.

Προειδοποιεί και τους ανταγωνιστές, αν το χρησιμοποιήσουν, να αναφέρουν τη ρεπόρτερ του Alter που το κατέγραψε.

Ειδικώς αφόταν συρματοπλέχτηκε και χωρίστηκε σε οικόπεδα.

ΑΡΚΕΤΟΙ ήταν οι προβληματισμοί στις επιμέρους συζητήσεις που τέθηκαν στον υφυπουργό, όπως τα έργα στη Θεσσαλονίκη, η βία στα γήπεδα, το μετρό, οι δημοτικές εκλογές, ακόμη και ο επικείμενος ανασχηματισμός της κυβέρνησης.

Στην κασέτα, όμως, είναι η φωνή τής ρεπόρτερ του Antenna που ακούγεται να ρωτάει.

Τα οικόπεδα πέρασαν στο σχέδιο της πόλης κι άρχισε η Δημαρχία μας να τα πουλά..

Σε όλες είχε έτοιμη απάντηση έστω κι αν κάποιες απαντήσεις έρχονταν δια της διπλωματικής οδού.

Έτσι μπουλουκηδόν που βρίσκονται όλοι στη διακοπή της δίκης απέναντι από τους κατηγορουμένους, ποιος ρωτάει και ποιος καταγράφει ούτε οι ίδιοι δεν το αντιλαμβάνονται.

Και το φίδι όμως, φίδι.

Ο Γιώργος Ορφανός έδειξε να εντυπωσιάζεται όταν εμφανίστηκε μία φωτογραφία με την αγαπημένη του ομάδα τους Ακρίτες Συκεών, όπου αγωνίστηκε για περίπου μία 20ετία.

Στο Mega διαφημίζεται από νωρίς το ίδιο ντοκουμέντο: σ' εμάς θα ακούσετε τη φωνή του Γιωτόπουλου.

Λέω, Μαντάμ, ας μη σου τύχαινε να 'πεφτες απάνω του, γιατί τότε κρίμας το βρακί σου.

Ήταν της περιόδου 1975-76, τη μοναδική χρονιά συμμετοχής της στη Β' εθνική, όπου με δυσκολία μπορούσε να ξεχωρίσει κανείς το σημερινό υφυπουργό Αθλητισμού.

Την ώρα του δελτίου ακούμε και από εδώ τις γνωστές δυο τρεις φράσεις και μετά ο Νίκος Χατζηνικολάου διευκρινίζει πως δεν τίθεται θέμα νομιμότητας, γιατί ρώτησαν νομικούς και τους είπαν ότι το ντοκουμέντο είναι εκτός διαδικασίας της δίκης, οπότε δεν τίθεται θέμα.

Έχομε επίσης τη λασπουριά.

Πέραν του Λουκούλλειου γεύματος, στους εκπροσώπους Τύπου μοιράστηκαν μικρές βασιλόπιτες.

Στον Antenna προτιμούν πιο νομιμόφρονα στάση.

Αυτή κάθε χειμώνα.

Τυχερή της εκδήλωσης ήταν η δημοσιογράφος της ΕΤ3 Σύνθια Σάπικα, που εισέπραξε και τον ένθερμο ασπασμό του Γιώργου Ορφανού.

Η ίδια η ρεπόρτερ αφηγείται στην Έλλη Στάη τις φράσεις του Γιωτόπουλου και αμέσως μετά η παρουσιάστρια καλεί το ΕΣΡ και κάθε αρμόδιο να επιληφθεί των παραβάσεων των υπολοίπων, αν διαπιστωθούν τέτοιες.

Κάθε που θα βρέξει, τα νερά σηκώνονται ως το μισό μέτρο και μπαίνουν στα σπίτια μας.

Πανικός για μια κακοηχογραφημένη φράση.

Εδώ που φτάσαμε, λέμε να σπείρουμε τα πατώματα.

Μύρισε μπαρούτι στα δελτία.

Να παράγουμε ρυζάκι, άσχημα δε θα 'ναι λέμε.

Και μετά μας μάρανε μη τυχόν και ηρωοποιηθούν οι 17Νοεμβρίτες.

Κι έτσι από χρονιά σε χρονιά πάει το πράμα και βουλιάζει.

Όπως καταλαβαίνουμε, και ο ήχος τού βήχα τους θα γίνεται ανάρπαστος.

Θα μας στείλουν δηλαδή τους ειδικούς να μελετήσουν το θέμα περί υπονόμων, ακόμη έρχονται.

Τέτοια χάλια ή, μάλλον, απλώς σόου.

Κι ωστόσο κατεβάζει το βουνό.

Και μόλις αρχίσαμε.

1. όχεντρα: η οχιά

Ο Μιλτιάδης ήταν συμμαθητής μου στο Δημοτικό. Ίσαμε την Τετάρτη τάξη. Μετά σταμάτησε τα γράμματα. Από δέκα χρονών δουλεύει. Πέρασε απ' όλα τα επαγγέλματα, όσο που καταστάλαξε τορναδόρος. Αυτός παλιά, προ δέκα χρόνια, ήταν σαν πρόβατο. Ακόμη και που κάπνιζε, είχε μια συστολή, σαν τη γυναίκα τη γνωστικιά που κάπνιζε κρυφά απ' τον άντρα της. Και το μυαλό του δούλευε ρολόι. Ποτέ δε λησμονούσε να το κουρντίσει, πήγαινε κανονικά· δουλειά, σπίτι, την Κυριακή ανέβαινε στο Κέντρο για το σινεμά. Ύστερα, το βραδάκι άκουε τα αποτελέσματα του Προ-πό, αν και δεν έπαιζε. Και πού να παίξει! Κάθε Σάββατο τον επερίμενε στην αυλόπορτα η μάνα τους μ' έτοιμες τις παλάμες να της παραδώσει το βδομαδιάτικο. Έτσι μια μέρα που τον είδαμε να ξεκινά απ' τη γειτονιά μ' ένα χαρτόνι κρεμασμένο στα στήθη του, όλοι είπαμε, τρελάθηκε. Κάτω ο Παπαδόπουλος έγραφε, Κάτω ο Παπαδόπουλος φώναξε. Άλλοι γελούσαν, άλλοι κουνούσαν τις κεφαλές τους. — Πάει, το χάσαμε το παιδί.

Πέρασε τα σύνορα της γειτονιάς. Μπήκε στην άσφαλτο. Κόρναραν τα αυτοκίνητα. Τον είχαν πάρει ξοπίσω τα παιδιά. Σαματάς μεγάλος. Μαζεύτηκε κόσμος στην κεντρική πλατεία. Βγήκαν οι μαγαζάτορες: Βρε, βρε. Φτάνει ξεμαλλιασμένη η μάνα του. Του 'λέγε, του 'λέγε. Κουνούσε τα μπράτσα της. Πέρα δώθε το κορμί της σαν να χόρευε. Οπότε της δίνει μια, την έσπρωξε και πέφτει. Σκύβει να την σηκώσει. Έφτασαν τότε οι χωροφύλακες. Τον έσυραν, τον απώθησαν και σε λιγάκι ούτε γάτα ούτε ζημιά. Ένα χρόνο και, έκαμε στη φυλακή. Όταν αποφυλακίστηκε τρίβαμε τα μάτια μας. Εψώμωσεν το εργατάκι. Λίγες κουβέντες και καλές. Κάθονταν στο καφενείο, μόλις που είχαν σχολάσει και κάθονταν. Όπου ακούν τις φωνές, ότι πάλι φίδι δάγκασε το κοριτσάκι του μαστρο-Γιάννη. Όμως πολύ συνηθισμένο. Μόνο ο μαστρο-Γιάννης κουνήθηκε απ' την καρέκλα του. Τότε πετιέται ορθός ο Μιλτιάδης. Μιλιά δεν έβγαλε, παρά ξεπόρτισε.

— Τι έπαθε αυτός; Φίδι τόνε δάγκασε; Το είχαν ξεχάσει, όταν από κάμποση ώρα μπαίνει ξαναμμένος και βαστούσε μιαν όχεντρα στα χέρια του. Ολουνών κόπηκαν τα ήπατα. — Τι πας να κάνεις, μωρέ; — Πού 'ναι ο Μιχάλης; Σηκώθηκαν και τους έπιασε πυρετός. — Πού 'ναι ο Μιχάλης; ξαναφώναξε. Ξετρύπωσεν ο Μιχάλης και πλησίασε μουδιασμένος. — Φέρε το τρίκυκλο. Κούνησε, μωρέ. Φέρε το τρίκυκλο, είπα.

Μην τα πολυλογώ, μπαίνουν μέσα στο τρίκυκλο, κατευθείαν για την κεντρική πλατεία. Ο Δήμαρχος και οι σύμβουλοι συνεδρίαζαν γύρω στο τραπέζι τους. Ορμά ο Μιλτιάδης και τους αμολά την όχεντρα εκεί που ήταν γύρω-γύρω κι είχαν μεγάλη αφοσίωση στην εισήγηση που έκανε Μια. Περιττό να σου πω, Μαντάμ, ότι ο μεν Δήμαρχος, εβδομηντακοντούτης, έπαθε καρδιακή προσβολή. Δύο κυρίες κατουρήθηκαν, άλλοι έπαθαν ταχυπαλμία και οι πιο σβέλτοι γίναν λούηδες. Όσο για την όχεντρα ο Μιλτιάδης την είχε πνίξει απ' την ώρα που την έπιασε, ψόφια τους την αμόλησε.

Αυτό το γεγονός προκάλεσε αίσθηση και συζητήθηκε. Ήρθε η Χωροφυλακή να τον συλλάβει. Όπου και να τον έψαξε, άφαντος ο Μιλτιάδης. Δηλαδή, ο λόγος το λέει. Όλοι ξέραν πού κρύβεται. Κι ολουνών πιπίλιζε τα μυαλά να κάμουν δυο τρεις παρέες και να ξεχερσώσουν αυτοί, με τα χέρια τους, την περιοχή. Να σωθούμε απ' το φίδι. Κι εκεί που τα οικόπεδα μένουν απούλητα, άρα η περιουσία του Δήμου, εκεί να στρώσουν το χώμα και να κάμομε γήπεδο για τα παιδιά, αλλά και για τους μεγάλους, να φυτέψουμε και μια λεύκα που φτουράει, να' χομε, μωρέ, κι εμείς ένα γήπεδο, ένα πάρκο. Αυτά πιπίλιζε τα μυαλά των αντρών.

Ύστερα νάτοι οι χωροφυλάκοι πάλι, τους στριμώχνουν άσκημα, στην αναμπουμπούλα απάνω, ο μαστο-Γιάννης την έπαθε και μαρτυρά πού κρύβεται ο Μιλτιάδης. Πάνε, τον πιάνουν στον ύπνο.

Τις πρώτες μέρες κάθονταν στο καφενείο και δεν έλεγαν να το χωνέψουν. Ύστερα ο μαστρο-Γιάννης ένα απόγευμα λέει: — Εσείς κάμετε το κουμάντο σας. Εγώ έχασα τον ύπνο μου. Θα πάρω τη σκαλίδα και θα πάω κει να ξεχερσώνω όσο να με πάρει ο διάολος. Ή ο διάολος θα με πάρει ή θ' αλαφρώσω.

2. σκαλίδα: αξίνα, σκαλιστήρι

Πήγαν όλοι. Το βάλανε μπρος. Κι άλλαξε όψη η περιοχή. Η δε Δημαρχία έκανε τον ψόφιο κοριό. Αποφυλακίστηκε ο Μιλτιάδης. Έπεσε με τη μεταπολίτευση η αποφυλάκισή του. Άντε, λέγαμε, να ησυχάσει ο άνθρωπος. Αυτό, ότι ξεχερσώσαμε την περιοχή δεν έπαυε να μας το επαινεί και καμάρωνε.

Άφησε, ότι μετά τις Δημοτικές εκλογές, κάναμε και εγκαίνια στην πλατεία μας παρουσία του νέου Δημάρχου. Ήρθε με τους συμβούλους του εκεί. Και στο λόγο που εκφώνησε είπε ότι από χρόνια μελετούσε η Δημαρχία να εξωραΐσει την περιοχή μας. Έπεσε ψίθυρος. Όπως μάλιστα δύο σύμβουλοι ήταν παλιά σαΐνια της Δημαρχίας, απ' τους λούηδες. Αλλά προκειμένου για τη θέση, μπα, εκεί έστεκαν τουρλωτοί κι έπαιζαν τα πηγούνια τους.

Από ησυχία τώρα, Θεός φυλάξοι. Για το Μιλτιάδη εννοώ. Ένα βράδυ τον επαραφύλαγαν τραμπούκοι παραδίπλα στο καφενείο και τον έκαμαν νταούλι στο ξύλο.

— Δηλαδή αυτοί σε κάνουν να ντρέπεσαι. Σε φέρνουν στ' απροχώρητο. Να πιάσεις μια πέτρα και να τους τη λιώσεις την κεφαλή. Δυο μέτρα μπόι ο Μιλτιάδης κι έμεινε μια βδομάδα στο κρεβάτι. Του 'βάνε η μάνα του κομπρέσες από κρομμύδια, για να ξεμπλαβίσει. Κι όπως ημέρα την ημέρα ξεμούριζαν μέσα στη Δημαρχία οι αντιστασιακοί αυτοονομαζόμενοι, πήγαν σιγά-σιγά να κάμουν πέρα το Μιλτιάδη. Επειδή, λέει, πάει ντουρού. Κι έχει πολλές τρύπες το μυαλό του, είπαν. Απ' όπου μπαινοβγαίνουν διάφορα ρεύματα, τα αριστεροχουντικά. Του κόλλησαν και ρετσέτες.

Όμως για μας παραμένει ο Μιλτιάδης. Που μας έμαθε το συν Αθηνά και χείρα κίνει - κούνα και συ τα χέρια σου, δηλαδή. Όχι πια μυγοχάφτες και με την αίτησή μας που σας παρακαλούμε να ληφτεί η παρούσα εις το υπόψη και τα λοιπά και τα λοιπά. Κι αυτό, Μαντάμ, θα παραμείνει το εύγε του.

3. ξεμπλαβίζω: βρίσκω το φυσικό μου χρώμα, ξεμελανιάζω

Η Μ. Δούκα είναι σύγχρονη ελληνίδα πεζογράφος.