Παράλληλη Αναζήτηση

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Άρθρα :: Γνώμη (άρθρο σχολιασμού)

( συνταγματική αναθεώρηση :: 7/1/2006 13:07:41) 

Συνταγματική αναθεώρηση

«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ»

β. Η έκρηξη της επανάστασης στην Κρήτη. Η τουρκική αντίδραση

Αξίζει τον κόπο να ορίσουμε τις συντεταγμένες του αναθεωρητικού διαβήματος και τις προϋποθέσεις της επιτυχίας του.

Νέα μονάδα για Πάρκινσον

Η συμμετοχή της Κρήτης στην πανεθνική εξέγερση αποφασίστηκε στο ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας της Θυμιανής στα Σφακιά, στις 15 Απριλίου 1821, αλλά ως επίσημη ημέρα έναρξης του κρητικού αγώνα θεωρείται η 14η Ιουνίου 1821.

Η πρωθυπουργική εξαγγελία για την έναρξη της διαδικασίας αναθεώρησης του συντάγματος είναι εξ ορισμού μία σημαντική πολιτική πρωτοβουλία, παρότι δεν συνοδεύεται προς το παρόν από συγκεκριμένες κατευθυντήριες έστω προτάσεις.

Η πρώτη Μονάδα Σύγχρονης Χειρουργικής Θεραπείας της νόσου του Πάρκινσον εγκαινιάστηκε χθες στο Νοσοκομείο Ευαγγελισμός. Την ίδια ημέρα σημειώθηκε και η πρώτη μεγάλη νίκη των επαναστατών στο Λούλο Χανίων.

Αξίζει τον κόπο, ακόμη και στο πρώιμο αυτό στάδιο, να ορίσουμε τις συντεταγμένες του αναθεωρητικού διαβήματος και τις προϋποθέσεις της επιτυχίας του.

Η μονάδα είναι εξοπλισμένη με υπερσύγχρονους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και ειδικά συστήματα, τα οποία συγχωνεύουν τις εικόνες του εγκεφάλου που παράγονται από την αξονική και τη μαγνητική τομογραφία.

Η επίσημη σφραγίδα της Γενικής Διοικήσεως Κρήτης, κατά την περίοδο 1821-1824

Η συνταγματική αναθεώρηση του 2001 σε αντίθεση με εκείνη του 1986 χαρακτηρίστηκε από τους πρωταγωνιστές της "συναινετική", καθώς από την αρχή της διαδικασίας διαφάνηκε ότι οι περισσότερες ρυθμίσεις δεν θα αποτελούσαν αντικείμενο αντιπαράθεσης. Η τουρκική διοίκηση της Κρήτης απάντησε αμέσως με γενική κινητοποίηση των στρατιωτικών της δυνάμεων και με βιαιοπραγίες πρωτοφανούς αγριότητας. Η συναίνεση αυτή μάλιστα θεωρήθηκε από πολλούς εχέγγυο επιτυχίας. Αποκορύφωμα υπήρξε η μεγάλη σφαγή του Ηρακλείου (24 Ιουνίου 1821), που έμεινε για πολλά χρόνια στη μνήμη του λαού ως «ο μεγάλος αρπεντές». Συνέβη το ακριβώς αντίθετο: Παρ' όλα αυτά, η επανάσταση επεκτάθηκε γρήγορα σε ολόκληρη την Κρήτη και στερεώθηκε. Δύο κεντρικές επιλογές, αυτές των απόλυτων ασυμβίβαστων μεταξύ άσκησης επαγγέλματος και βουλευτικής ιδιότητας και μεταξύ εκδοτικής και εργοληπτικής ιδιότητας, αποδεικνύονται ήδη αποτυχημένες. Το ίδιο συμβαίνει και με πιο περιθωριακές επιλογές, όπως αυτή του ειδικού μισθοδικείου, το οποίο με τις πρώτες κιόλας αποφάσεις του κατάφερε να επιδικάσει υπέρ των δικαστών περισσότερα από όσα και οι ίδιοι ευελπιστούσαν.

Σίγουρα δεν μπορεί να προβλέψει κανείς αν θα επαναληφθεί το συναινετικό κλίμα. Αν επαναληφθεί, πρέπει οπωσδήποτε να απαλλαγεί από την πλειοδοσία σε λαϊκισμό και την ανεύθυνη μετάθεση ευθυνών στον κοινό νομοθέτη, που οδήγησαν σε κακότεχνες ή ανεφάρμοστες συνταγματικές ρυθμίσεις και αχρείαστες θεσμικές οπισθοχωρήσεις. Το κλίμα της συναίνεσης μπορεί όμως να μην επαναληφθεί, όπως δείχνει η κυβερνητική στρατηγική που εξαρτά το μέλλον του μεταρρυθμιστικού προγράμματός της από την έκβαση του αναθεωρητικού εγχειρήματος. Στην περίπτωση αυτή η ευθύνη των πολιτικών δυνάμεων εντοπίζεται στην υποχρέωσή τους να ορίσουν με σαφήνεια το μίγμα "παρέμβαση - ρύθμιση - προστασία", που κατά τη γνώμη τους υπάγεται στην αρμοδιότητα του κράτους.

Η επικείμενη και κάθε επόμενη αναθεωρητική διαδικασία δεν αποτελεί εθνική υπόθεση (και αυτό λίγο κατανοήθηκε το 2001, όπως έδειξε η περιπέτεια του βασικού μετόχου). Ο συνταγματικός νομοθέτης οφείλει να συνυπολογίζει το διεθνή ρόλο της χώρας και τη δεσμευτική γι' αυτήν υπερεθνική νομοθεσία. Ο υπολογισμός αυτός είναι αυτονόητο ότι αφορά τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αφορά όμως και την υποχρέωση δόμησης και διατήρησης μιας ανοιχτής και ανεκτικής πολιτείας. Επομένως στοίχημα του συνταγματικού νομοθέτη δεν είναι πλέον οι ανεπαρκείς διακηρύξεις για την αξία της ανθρώπινης ύπαρξης αλλά η ισορροπημένη κατοχύρωση ενός πλέγματος προστασίας και των λοιπών θεμελιωδών δικαιωμάτων των συνανθρώπων μας, που είτε βρίσκουν προσωρινό καταφύγιο είτε επιλέγουν να ενσωματωθούν στον τόπο μας.

Από την ίδια υποχρέωση διαμόρφωσης ανοιχτής και ανεκτικής πολιτείας απορρέει και το καθήκον επαναπροσδιορισμού των σχέσεων του κράτους με την ορθόδοξη πίστη και εκκλησία. Αφού στο "πραγματικό σύνταγμα", δηλαδή στην καθημερινή ερμηνευτική πρακτική των κρίσιμων συνταγματικών διατάξεων, επικρατεί η εκδοχή του θρησκευόμενου κράτους και της πολιτικώς δρώσας εκκλησίας, η επικείμενη αναθεώρηση οφείλει να αναδιατυπώσει κάθε συνταγματική διάταξη που προσφέρει τα γνωστά προσχήματα για τη διατήρηση της σημερινής κατάστασης. Και στο θέμα αυτό η συναίνεση, που το 2001 εκδηλώθηκε με αποχή από την αντιμετώπισή του, υπήρξε ατυχής.

Του ΓΙΑΝΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,