Βιβλιογραφία

Λεξικά της Νέας Ελληνικής 

Παρουσίαση έντυπων και ηλεκτρονικών λεξικών της ελληνικής 

1. ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΕΚΔΟΣΗΣ

Το ΙΛΝΕ είναι πολύτομο λεξικό, διαστάσεων 28 x 20.5 εκ. για τους τόμους 1 - 4 και 30.5 x 22.5 εκ. για τον πέμπτο τόμο.

Τα λήμματα του λεξικού (α - δαχτυλωτός) κατανέμονται στους τόμους ως εξής:

  • 1ος τόμος: α - αμωρωζοσύνη,
  • 2ος τόμος: αν - απώρυγα,
  • 3ος τόμος - α΄ τεύχος: -άρα - αφής,
  • 3ος τόμος - β΄ τεύχος: αφής - βλέπω,
  • 4ος τόμος - α΄ τεύχος: βλεφαρίδα - γάργαρος,
  • 4ος τόμος - β΄ τεύχος: γαρδαλώνω - γεροδάσκαλος,
  • 5ος τόμος - α΄ τεύχος: γεροδέματος - γλωσσωτός,
  • 5ος τόμος - β΄ τεύχος: γναθάδα - δαχτυλωτός.

Το ΙΛΝΕ εκτείνεται σε 3190 σελίδες συνολικά. Από αυτές οι 2967 αποτελούν το κυρίως σώμα του λεξικού ενώ οι υπόλοιπες 223 κατανέμονται σε:

  • 18 σελίδες προλεγόμενων,
  • 49 σελίδες βραχυγραφιών,
  • 8 σελίδες υπογεγραμμένων λημμάτων και μεταβολών στο προσωπικό,
  • 103 σελίδες βιβλιογραφίας,
  • 5 σελίδες διορθώσεων και προσθηκών,
  • 40 σελίδες άλλου περιεχομένου (τίτλος, χορηγοί κτλ.) ή κενές.

Κάθε σελίδα είναι διαμορφωμένη σε δύο στήλες, χωρισμένες τυπογραφικά με κάθετη γραμμή. Οι κεφαλίδες δηλώνουν το πρώτο και το τελευταίο λήμμα της σελίδας. Η γραμματοσειρά είναι μικρού μεγέθους και τα τυπογραφικά στοιχεία μαύρα. Τα λήμματα διαφοροποιούνται τυπογραφικά από το υπόλοιπο άρθρο με πλάγια και πιο έντονα στοιχεία. Οι παραλλαγμένοι τύποι και τα παραδείγματα δίνονται με πλάγια τυπογραφικά στοιχεία. Τα συνώνυμα, τα αντίθετα και οι λέξεις που αναφέρονται στο ετυμολογικό μέρος δίνονται με πλάγια τυπογραφικά στοιχεία και αραιότερη γραφή.

2. EIΣAΓΩΓH

Η εκτενής εισαγωγή («Προλεγόμενα») του πρώτου τόμου του ΙΛΝΕ ανήκει στον Ά. Παπαδόπουλο, συντάκτη στο λεξικό την περίοδο 1914-1932 και διευθυντή & αρχισυντάκτη κατά την περίοδο 1932-1953. Επιγραμματικά, στο κείμενο των Προλεγομένων ο συντάκτης:

  • κάνει μια σύντομη κριτική παρουσίαση της νεώτερης ελληνικής λεξικογραφικής παράδοσης και προβάλλει τις αδυναμίες προγενέστερων λεξικογραφικών εργασιών,
  • παρουσιάζει τη συμβολή του Γ. Χατζιδάκι στην υλοποίηση του έργου,
  • περιγράφει τις πρώτες ενέργειες για τη συγκρότηση της ομάδας των συντακτών, τον προσδιορισμό του είδους και του εύρους του λεξικού, και το γλωσσικό υλικό βάσει του οποίου συγκροτήθηκε το αρχείο,
  • περιγράφει αναλυτικά τη μικροδομή του άρθρου,
  • μνημονεύει τους διευθυντές και τους αρχισυντάκτες του ΙΛΝΕ, και τα υπογεγραμμένα λήμματα του πρώτου τόμου,
  • περιγράφει τις ορθογραφικές και άλλες συμβάσεις που ακολουθούνται στο λεξικό.

3. ΠΙΝΑΚΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

Πριν από το κυρίως σώμα κάθε τόμου παρατίθενται κατάλογοι με τα ακόλουθα περιεχόμενα: α) μεταβολές στο συντακτικό προσωπικό και συντακτικές σειρές (βλ. τόμους 2, 3β, 4α, 4β, 5α, 5β· στον πρώτο τόμο οι πληροφορίες αυτές είναι ενσωματωμένες στα Προλεγόμενα), β) βραχυγραφίες συγγραφέων, συγγραμμάτων και τοπωνυμίων (βλ. τόμους 1, 2, 4β, 5α, 5β), γ) βραχυγραφίες γραμματικών και λεξικογραφικών όρων (βλ. τόμους 1, 4β, 5α, 5β) και δ) αναλυτική βιβλιογραφία (βλ. όλους τους τόμους εκτός του τρίτου) με τους τίτλους ταξινομημένους σε έντυπα, χειρόγραφα, περιοδικά/ επετηρίδες/ ημερολόγια κτλ. Όπως αναφέρεται στην προηγούμενη ενότητα, στα Προλεγόμενα του πρώτου τόμου περιλαμβάνεται κατάλογος με τις συμβάσεις (συνδυασμός γραμμάτων του ελληνικού και του λατινικού αλφαβήτου με άλλα σύμβολα) που χρησιμοποιούνται για την απόδοση διαλεκτικών φθόγγων. Μετά το κυρίως σώμα ακολουθούν α) προσθετέα άρθρα (μόνο στον δεύτερο τόμο) και β) διορθώσεις και προσθήκες σε υπάρχοντα λήμματα (βλ. τόμους 2, 3β, 4α).

4. ΜΑΚΡΟΔΟΜΗ

Προϋπόθεση για την υπαγωγή μιας λέξης στο λημματολόγιο του ΙΛΝΕ είναι η δημώδης μορφή και η χρήση στη δημώδη νεοελληνική γλώσσα. Αποκλείονται οι λέξεις που έχουν κατασκευαστεί για την εξυπηρέτηση πολύ ειδικών αναγκών. Το λημματολόγιο του ΙΛΝΕ οργανώνεται αλφαβητικά και καταγράφει όλες τις γραμματικές κατηγορίες. Καταγράφει επίσης δεσμευμένα μορφήματα, όπως λ.χ. το πρόθημα α- με στερητική σημασία, το επίθημα -άβα κτλ. και πρώτα συνθετικά, π.χ. ακρο-, ανεμο-, αξιο-, δασο- κτλ. Από τα τοπωνύμια που καταγράφονται στο ΙΛΝΕ ελάχιστα καταχωρίζονται ως ξεχωριστά λήμματα (π.χ. Γυούρα τα)· στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για προσηγορικά ή επιθετικούς τύπους με τοπωνυμική χρήση, οπότε δίνονται σε σχετική παρατήρηση στο τέλος του άρθρου. Έτσι, στο λήμμα γυαλί, για παράδειγμα, διαβάζουμε: Η λ. και ως τοπων. υπό τους τύπ. Γυαλί Θράκ. (Αυδήμ.) Γυαλ-λί Νίσυρ. Γυαλ-λίν Χίος (Καρδάμ.). Τα ομόγραφα λήμματα καταγράφονται ξεχωριστά. Εάν δύο ομόγραφα ανήκουν στην ίδια γραμματική κατηγορία, ύστερα από κάθε λημματικό τύπο σημειώνονται οι δείκτες (Ι) και (ΙΙ) αντίστοιχα, βλέπε π.χ. τα λήμματα ανεμάκι (Ι) - (ΙΙ), βαρετός (Ι) - (ΙΙ) κτλ.

Εκτός από τους μαρτυρημένους λημματογραφούνται και τύποι που δεν απαντώνται στο αποδελτιωμένο γλωσσικό υλικό, και τους οποίους αποκατέστησαν οι συντάκτες βάσει των ιδιωματικών. Εάν ο συντάκτης του άρθρου θεωρεί ότι ο αποκατεστημένος τύπος είναι σύμφωνος με τη διαίσθηση του φυσικού ομιλητή και πιθανότατα υπαρκτός, τότε ο τύπος αυτός χαρακτηρίζεται αμάρτυρος (αμάρτ.), π.χ. ανώπλαγος επίθ. αμάρτ. ανώπλαους Στερελλ. (Αιτωλ.)· εάν η αναγωγή στον «κανονικό» τύπο γίνεται για λόγους μορφολογικής διαφάνειας (δηλαδή για να είναι εμφανής η σχέση ανάμεσα σε έναν ιδιωματικό τύπο και σε άλλους με την ίδια ρίζα) και ο αποκατεστημένος τύπος είναι ανύπαρκτος ή αμφισβητούμενος, τότε αυτός επισημαίνεται με αστερίσκο, π.χ. *ανωφελησία η, ανωφελεσία Πόντ. (Σάντ.).

5. ΜΙΚΡΟΔΟΜΗ

Κάθε άρθρο αποτελείται από τρία διακριτά μέρη: το τυπολογικό, το οποίο περιλαμβάνει το λήμμα και τους «παραλλαγμένους» τύπους, το ετυμολογικό και το σημασιολογικό.

Ως λήμμα τίθεται ο κοινός ή συνήθης τύπος. Εάν αυτοί είναι πολλοί, επιλέγεται ο λιγότερο «αλλοιωμένος», αυτός που εμφανίζει τις λιγότερες μορφοφωνολογικές αλλαγές (ενν. σε σχέση με αυτό που θεωρείται «κανονικός» τύπος)· εάν κάποιος από αυτούς συμπίπτει μορφολογικά με τον αρχαίο τύπο, ως λήμμα τίθεται ο αρχαίος. Μετά το λημματικό τύπο παρατίθενται οι ιδιωματικοί, ξεκινώντας από τον αρχαϊκότερο. Στις περιπτώσεις που μια σειρά τύπων εμφανίζεται αποκλειστικά σε ιδιώματα και δεν βρίσκεται σε χρήση αντίστοιχος κοινός ή συνήθης τύπος, ως λήμμα τίθεται ο αρχαϊκότερος ιδιωματικός, π.χ. αναφτερουγίζω Χίος ανεφτερουγίζω Α. Κρήτ. ανεφτερουχίζω Χίος […] Εκ του μεταγν. αναπτερυγίζω.

Για τα ουσιαστικά ως λημματικός τύπος τίθεται η ονομαστική ενικού (εκτός εάν πρόκειται για pluralia tantum), για τα επίθετα και τις αντωνυμίες η ονομαστική ενικού του αρσενικού γένους και για τα ρήματα το πρώτο πρόσωπο του ενεργητικού ενεστώτα (εκτός εάν πρόκειται για αποθετικά ή για ρήματα που σχηματίζουν τον ενεργητικό τύπο υποχωρητικά από τον τύπο σε -μαι, π.χ. αγγελοκρούομαι > αγγελοκρούω). Από τους κλιτούς τύπους του λήμματος παρατίθενται: α) οι ανώμαλοι σχηματισμοί (π.χ. ο ιταλικός τύπος της προστακτικής αβάρα του ρήματος αβαράρω, αντί του αναμενόμενου αβάραρε), αυτοί που σχηματίζονται από άλλη ρίζα (π.χ. οι αόριστοι είδα και είδηκα του ρ. βλέπω) και οι απροσάρμοστοι κληρονομημένοι τύποι, και β) οι ομαλά σχηματισμένοι τύποι οι οποίοι σε σχέση με τους λημματικούς χρησιμοποιούνται σε περισσότερες περιοχές, όπως λ.χ. η μετοχή αβγωμένος του ρήματος αβγώνω, ή εμφανίζονται εντός ορισμένης γεωγραφικής περιοχής με μεγαλύτερη συχνότητα, όπως λ.χ. το θηλυκό επαγγελματικό αλωνεύτρα με λημματικό τύπο το αλωνευτής. Μονήρεις ιδιωματικοί τύποι, που σχηματίστηκαν αναλογικά ή υπό την επίδραση ειδικών νόμων και για τους οποίους είναι βέβαιο ότι ποτέ δεν υπήρξε ο υποθετικός κανονικός τύπος, καταγράφονται ως λήμματα. Για παράδειγμα οι ποντιακοί τύποι αβάρäστος και αβούρäστος αποτελούν ξεχωριστά λήμματα και δεν υπάγονται στα λήμματα αβάριαστος και αβούριαστος αντίστοιχα.

Μετά από κάθε λήμμα δηλώνεται η γραμματική κατηγορία· εξαιρούνται τα ουσιαστικά, τα οποία ακολουθούνται από το οριστικό άρθρο. Δηλώνεται επίσης η γεωγραφική έκταση τόσο των λημμάτων όσο και των υπόλοιπων τύπων: α) από τους τύπους της κοινής νεοελληνικής, όσοι χρησιμοποιούνται με μεγάλη συχνότητα φέρουν την ένδειξη κοιν. ('κοινόν'), ενώ όσοι εμφανίζονται με λίγο μικρότερη συχνότητα χαρακτηρίζονται συνήθ. ('συνήθεις')· εάν το αρχείο δεν παρέχει ακριβείς πληροφορίες, οι όροι που εκφράζουν την ανάλογη διαβάθμιση είναι, αντίστοιχα, πολλαχ. ('πολλαχού') και ενιαχ. ('ενιαχού')· β) εφόσον το αρχείο παρέχει τις σχετικές πληροφορίες δηλώνονται οι περιοχές εμφάνισης των τύπων, με την αναγραφή είτε των αντίστοιχων τοπωνυμίων, π.χ. Αμοργ., Πελοπν. (Λακων. Μάν.), Πόντ. (Τραπ. Χαλδ.) κτλ., είτε της ευρύτερης ομάδας ιδιωμάτων στα οποία αυτοί εμφανίζονται, π.χ. βόρ. ιδιώμ.

Οι ορθογραφικές συμβάσεις που ακολουθούνται για την καταγραφή του λήμματος, των παραλλαγμένων τύπων και των παραδειγμάτων παρέχουν πληροφορίες για ορισμένα φωνητικά φαινόμενα και για την προφορά των λέξεων. Έτσι, μεταξύ άλλων δηλώνονται: α) η προφορά διπλών σύμφωνων, π.χ. αθ-θάριν, β) η απρορίνιστη προφορά των ηχηρών κλειστών /b d g/, π.χ. αdιστύλωμα, αξόbλιαστος, αποστραgίδι κτλ, γ) η συνίζηση, δ) η αποβολή φωνήεντος σε αρχική ή τελική θέση ή στο εσωτερικό της λέξης, π.χ. 'κείνος, ποτήρ', σ'τάρι κτλ., και ε) η απουσία αφομοίωσης ηχηρότητας: π.χ. στις λέξεις αγαν-τάρω και ασ-μάς η παύλα δείχνει ότι δεν έχουμε τις εξελίξεις nt> nd και sm> zm αντίστοιχα. Επίσης, ο συνδυασμός ελληνικών και λατινικών ψηφίων με άλλα σύμβολα αποδίδει μια σειρά από διαλεκτικούς φθόγγους.

Η ετυμολογική πραγματεία των λέξεων βασίζεται στις ακόλουθες αρχές. Αν η λέξη είναι (ή προέρχεται από) αρχαία, μεταγενέστερη ή μεσαιωνική, τότε απλώς δίνεται η σχετική πληροφορία, π.χ. άπορος […] Το αρχ. επίθ. άπορος, απορριζώνω […] Εκ του μεταγν. απορριζώ κτλ. Αν πρόκειται για νέα λέξη, τότε α) εξετάζεται η παραγωγή ή η σύνθεσή της (ουσιαστικά γίνεται μορφολογική ανάλυση της λέξης), π.χ. γριβογένης […] Εκ του επιθ. γρίβος και του ουσ. γένι και β) μνημονεύεται, εφόσον το αρχείο παρέχει αυτή την πληροφορία, η πρώτη εμφάνισή της σε λεξικογράφους, συγγραφείς και ανέκδοτα κείμενα της περιόδου 1500-1800. Αν η λέξη αποτελεί δάνειο από άλλη γλώσσα, τότε αναγράφονται η γλώσσα δανεισμού και η ξένη λέξη. Αν η λέξη-δάνειο έχει πολλές σημασίες, σημειώνεται και η σημασία της ξένης λέξης, π.χ. γουστάρω […] Εκ του Ιταλ. gustare = γεύομαι, δοκιμάζω, εσθίω, ενώ αν η ξένη λέξη είναι πολύσημη καταγράφεται μόνο η σημασία που διατηρείται και στη λέξη-δάνειο.

Στο σημασιολογικό μέρος, η ταξινόμηση των σημασιών ακολουθεί ιστορικό/ εξελικτικό σχήμα. Στα ερμηνεύματα γίνεται χρήση ορισμών ή συνώνυμων λέξεων και ισοδύναμων εκφράσεων ή συνδυασμός των παραπάνω. Δηλώνεται η γεωγραφική έκταση κάθε σημασίας και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, σημειώνεται εάν η σημασία είναι αρχαία, μεταγενέστερη ή μεσαιωνική. Οι σημασίες διασαφηνίζονται με παραδείγματα (απλή ομιλία, παροιμίες, γνωμικά, αινίγματα, άσματα και ποιήματα), εκτός εάν αυτά δεν καταγράφονται στο αρχείο ή το λήμμα είναι τεχνικός όρος. Εάν ο συντάκτης θεωρεί ότι είναι πιθανό να δημιουργηθούν δυσκολίες στην κατανόηση των παραδειγμάτων, δίνει βοηθητικά τις σημασίες ορισμένων ιδιωματικών λέξεων. Μετά τα παραδείγματα ακολουθούν χωρία αρχαίων, μεταγενέστερων ή μεσαιωνικών συγγραφέων, τα οποία τεκμηριώνουν την παλαιότερη σημασία των λέξεων· εάν αυτά έχουν σχέση με τη σημερινή σημασιολογική χρήση των λέξεων, καταγράφονται μέσα σε παρένθεση. Τέλος, στο σημασιολογικό μέρος δίνονται συνώνυμες ή αντίθετες λέξεις, ή παραπομπές στα συνώνυμα άλλων λέξεων.

Οι ομογενείς σημασίες, εάν αποτελούν ομάδες (λ.χ. σημασίες κυριολεξίας και μεταφοράς, ενεργητικού και παθητικού, μεταβατικού και αμετάβατου, έμψυχου και άψυχου κτλ.), χωρίζονται με τα ελληνικά κεφαλαία Α και Β και υποδιαιρούνται με τα αραβικά αριθμητικά σύμβολα 1, 2, 3 κτλ. Εάν δεν αποτελούν ομάδες, χωρίζονται με τα αριθμητικά σύμβολα 1, 2, 3 κτλ. και για περαιτέρω υποδιαίρεση χρησιμοποιούνται τα σύμβολα β), γ), δ) κτλ. Οι ιδιαίτερες σημασιολογικές αποχρώσεις χωρίζονται με τα σύμβολα (α), (β), (γ) κτλ. Οι ετερογενείς σημασίες, δηλαδή όσες δεν συνδέονται μεταξύ τους με ορισμένη εξελικτική σχέση (ή όσες δεν φαίνεται να συνδέονται με αυτό τον τρόπο επειδή αγνούνται ενδιάμεσα στάδια αυτής της εξέλιξης), χωρίζονται με τα λατινικά αριθμητικά σύμβολα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ κτλ.