Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: ομοταξία
1 item total
ομοταξία η [omotaksía] Ο25 : (ζωολ., βοτ.) η δεύτερη κατά σειρά υποδιαί ρεση στην κατάταξη των ζώων και των φυτών: H ~ είναι μικρότερη από τη συνομοταξία και μεγαλύτερη από την τάξη.

[λόγ. < νλατ. homotaxia (γεωλ.) `ομοιότητα του περιεχομένου απολιθωμάτων΄ < homo- = ομο- + αρχ. τάξ(ις) -ία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go