Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: γνώμονας
1 item total
γνώμονας ο [γnómonas] Ο5 : 1. γεωμετρικό όργανο για τη χάραξη ορθών γωνιών και κάθετων γραμμών. 2. (μτφ.) καθοδηγητικό κριτήριο: Εργάζεται με / έχει πάντα ως γνώμονα το εθνικό συμφέρον. 3. (μουσ.) κλειδίII.

[λόγ. < ελνστ. γνώμων, αιτ. -ονα, αρχ. σημ.: `εξεταστής΄]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go