Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: αρχιγραμματέας
1 item total
αρχιγραμματέας ο [arxiγramatéas] Ο21 : 1.προϊστάμενος γραμματέων. 2. (ιστ.) ~ της επικράτειας, ονομασία του πρωθυπουργού κατά την περίοδο της βασιλείας του Όθωνα.

[λόγ. αρχι- + γραμματέας]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go