Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: άλγεβρα
1 item total
άλγεβρα η [áljevra] Ο27 : (μαθημ.) κλάδος των μαθηματικών που ασχολείται με τις μαθηματικές εξισώσεις και με τις μεθόδους επίλυσής τους.

[λόγ. < μσνλατ. algebra (ορθογρ. δαν.) < αραβ. al-djabr `σμίκρυνση, ελάττωση (της αριθμητικής σε τελειότερη μορφή)΄]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go