Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χλιαραίνω
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χλιαραίνω [xliaréno] Ρ7.4α : κάνω κτ. χλιαρό· χλιαίνω. || γίνομαι χλιαρός.

[χλιαρ(ός) -αίνω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες