Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- πρωτοθυμάμαι [protoθimáme] & πρωτοθυμούμαι [protoθimúme] Ρ12 : α. θυμάμαι κτ. για πρώτη φορά. || θυμάμαι κτ. πρώτα απ΄ όλα τα άλλα, στην έκφραση τι / ποιον να πρωτοθυμηθώ, για να δηλώσουμε το πλήθος των αναμνήσεων, πρόσωπα και πράγματα που έρχονται εκείνη την ώρα στο νου μας. β. θυμάμαι κπ. ή κτ. εγώ πρώτος.
[πρωτο- + θυμάμαι, θυμούμαι]