Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καψουρεύομαι
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καψουρεύομαι [kapsurévome] Ρ5.2β : (λαϊκ.) αγαπώ με πάθος αλλά συνήθ. χωρίς ανταπόκριση και ελπίδα.

[καψούρ(ης) -εύομαι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες