Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανατίθεμαι
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
ανατίθεμαι [anatíθeme] (usu in 3sg, pl) 3pl ανατίθενται, aor ανατέθηκε & 3pl ανατέθηκαν (subj 3sg ανατεθεί, 3pl ανατεθούν), plupf είχε ανατεθεί (L)
  • is entrusted, consigned, comitted (syn αναθέτεται):
    • σου ανατίθεται μια αποστολή |
    • στα αστυνομικά όργανα ανατίθεται η τήρηση της τάξης |
    • η αρχηγία του στολίσκου ανατέθηκε στον δείνα |
    • τα σαμποτάζ ανατέθηκαν στους αξιωματικούς |
    • η καθοδήγηση των κοινοτήτων θα ανατεθεί στους δασκάλους |
    • ανατίθεται στις μηχανές το έργο των εγκεφαλικών λειτουργιών του ανθρώπου (Vasileiou) |
    • διάφορες τεχνικοοικονομικές μελέτες ανατίθενται έναντι υψηλής αμοιβής εις διάφορα ιδιωτικά γραφεία (Angelop, adapted) |
    • η διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων ανατέθηκε σ' έναν ή μερικούς από τους εταίρους (Christidis AK)

[3sg pass of kath ανατίθημι ← MG, K, PatrG, AG ἀνατίθημι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες