Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σκάνω [skáno] Ρ1α : (λαϊκότρ.) σκάω.
[< σκά(ω) μεταπλ. -νω με βάση το συνοπτ. θ. σκασ- κατά το σχ.: χασ- (έχασα) - χάνω]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[< σκά(ω) μεταπλ. -νω με βάση το συνοπτ. θ. σκασ- κατά το σχ.: χασ- (έχασα) - χάνω]
© 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |