Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σαφηνίζω
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σαφηνίζω [safinízo] -ομαι Ρ2.1 : κάνω κτ. σαφές· αποσαφηνίζω.

[λόγ. < αρχ. σαφηνίζω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες