Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ξανακοιμάμαι
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ξανακοιμάμαι [ksanakimáme] & ξανακοιμούμαι [ksanakimúme] Ρ12 : κοιμάμαι ξανά: Δεν κατάφερα να ξανακοιμηθώ. Προσπάθησε να ξανακοιμηθείς λίγο! Δεν ξανακοιμήθηκαν μαζί, για σεξουαλική σχέση.

[ξανα- + κοιμάμαι, κοιμούμαι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες