Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ξαναδιαβάζω
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ξαναδιαβάζω [ksanaδjavázo] -ομαι Ρ2.1 : διαβάζω πάλι, διαβάζω κτ. για δεύτερη φορά: Ξαναδιάβασα πολύ προσεκτικά το γράμμα σου. M΄ αρέσει να ~ παλιά μυθιστορήματα. Aυτό το βιβλίο το ΄χω ξαναδιαβασμένο.

[ξανα- + διαβάζω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες