Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ερωτώ [erotó] Ρ10.1α -ώμαι Ρ11 : (λόγ.) ρωτώ: Ερωτάται ο κ. υπουργός για τη θέση της κυβέρνησης στο συγκεκριμένο ζήτημα, του απευθύνεται η συγκεκριμένη ερώτηση.
[λόγ. < αρχ. ἐρωτῶ]
[Λεξικό Κριαρά]
- ερωτώ· αρωτώ· ορωτώ· ρωτώ.
-
- 1) Ζητώ πληροφορίες:
- (Έκθ. χρον. 1823), (Πανώρ. Α´ 49).
- 2)
- α) Ρωτώ κ.:
- (Βίος Αλ. 1672), (Αχιλλ. O 197)·
- β) (με σύστ. αντικ.):
- πάλιν ρώτημα σε θέλω ερωτήσειν (Φλώρ. 99)·
- γ) (με δύο αντικ.) ζητώ να μάθω κ.:
- τον ερωτά μαντάτα από τον ρήγα (Χρον. Μορ. H 6159).
- α) Ρωτώ κ.:
- 3) Ανακρίνω:
- ερωτάται ο άνθρωπος κεφάλαιον προς κεφάλαιον και γράφει ο νοτάριος (Ελλην. νόμ. 57523).
[αρχ. ερωτάω. Ο τ. αρ‑ και σήμ. ιδιωμ. Η λ. και ο τ. ρωτώ και σήμ.]
- 1) Ζητώ πληροφορίες: