Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γαργαλίζω
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γαργαλίζω [γarγalízo] -ομαι Ρ2.1 : (σπάν.) γαργαλώ.

[αρχ. γαργαλίζω]

[Λεξικό Κριαρά]
γαργαλίζω.
  • Γαργαλώ:
    • (Φαλιέρ., Ιστ. 682).

[αρχ. γαργαλίζω. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες