Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: όστρια
1 εγγραφή
όστρια η [óstria] Ο27α : (ναυτ.) ο νότιος άνεμος.

[παλ. ιταλ. ostra (-ια ίσως από επίδρ. της λ. νοτιά)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες