Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χρίση
1 εγγραφή
χρίση η [xrísi] Ο31 : η ενέργεια του χρίω.

[λόγ. < ελνστ. χρῖ(σις) -ση, αρχ. σημ.: `επάλειψη΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες