Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χιμπατζής
1 εγγραφή
χιμπατζής ο [xibadzís] & χιμπαντζής ο [xibandzís] Ο8 : 1.μεγάλος αφρικανικός πίθηκος του γένους των ανθρωποπιθήκων, που σωματικά και από άποψη νοημοσύνης πλησιάζει προς τον άνθρωπο περισσότερο από τα άλλα είδη των ζώων· τρωγλοδύτης: Ο ~ ζει στα δέντρα. Σκαρφαλώνει στα δέντρα σαν το χιμπαντζή. 2. (μτφ.) άνθρωπος πολύ άσχημος: ~ είναι αυτός! Είναι σαν ~.

[λόγ. < αγγλ. chimpanzee (από γλ. του Κογκό στην Aφρική) (ορθογρ. δαν.)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες