Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- χαρτογράφηση η [xartoγráfisi] Ο33 : η ενέργεια του χαρτογραφώ: H ~ της γης / της Ευρώπης / της Aμερικής. || H ~ της σελήνης.
[λόγ. χαρτογραφη- (χαρτογραφώ) -σις > -ση]