Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χαλβαδόπιτα
1 εγγραφή
χαλβαδόπιτα η [xalvaδópita] Ο27 : είδος γλυκίσματος που γίνεται με μούστο και καρύδια.

[χαλβαδ- (χαλβάς) -ο- + -πιτα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες