Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φορτοθυρίδα
1 εγγραφή
φορτοθυρίδα η [fortoθiríδa] Ο26 : (λόγ.) η μπουκαπόρτα1.

[λόγ. φόρτ(ος) -ο- + θυρίς > θυρίδα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες