Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φίσα
1 εγγραφή
φίσα η [físa] Ο25 : (σπάν.) μικρό κομμάτι διάφορων σχημάτων και χρωμάτων, κυρίως από κόκαλο ή πλαστικό, που αντιπροσωπεύει ένα συγκεκριμένο ποσό και χρησιμοποιείται στο χαρτοπαίγνιο, στη ρουλέτα κτλ. αντί χρημάτων· μάρκα.

[γαλλ. fich(e)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες