Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υποταγή
1 εγγραφή
υποταγή η [ipotají] Ο29 : το αποτέλεσμα του υποτάσσω: H ~ των Ελλήνων στους Tούρκους, υποδούλωση. Δεν είναι δεδομένη η ~ των γυναικών στη θέληση των ανδρών. Δηλώνω ~ (σε κπ.).

[λόγ. < ελνστ. ὑποταγή]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες