Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- υποδιεύθυνση η [ipoδiéfθinsi] Ο33 : 1.η αμέσως κατώτερη από τη διεύθυνση διοικητική βαθμίδα, η οποία έχει καθορισμένες αρμοδιότητες, καθώς και η αντίστοιχη υπηρεσία: H ~ τροχαίας προαστίων. || το κτίριο στο οποίο στεγάζεται η υπηρεσία. 2. το αξίωμα, το έργο, η θητεία του υποδιευθυντή.
[λόγ. υπο- διεύθυν(σις) -ση]