Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- υαλοβάμβακας ο [ialovámvakas] Ο5 : μάζα από πολύ λεπτές ίνες γυαλιού, που εξωτερικά μοιάζει με βαμβάκι και που χρησιμοποιείται σε θερμικές και ηχητικές μονώσεις.
[λόγ. υαλο- + βάμβαξ > βάμβακας μτφρδ. αγγλ. fibreglass]