Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- τρυγία η [trijía] Ο25 : 1. το κατακάθι που σχηματίζει το κρασί στο βαρέλι ή στη δεξαμενή όπου αποθηκεύεται. 2. (ιατρ.) σκληρή ουσία που σχηματίζεται στο τμήμα του δοντιού που βρίσκεται κοντά στα ούλα· πέτρα, πουρί.
[λόγ. < ελνστ. τρυγία (στη σημ. 1)]
- τρυγιά η [trijá] Ο24 : (λαϊκότρ.) τρυγία1.
[ελνστ. τρυγία με συνίζ. για αποφυγή της χασμ.]