Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τριχοτόμηση
1 εγγραφή
τριχοτόμηση η [trixotómisi] Ο33 : διαίρεση ενός όλου σε τρία ίσα ή ισότιμα μέρη: H ~ της γωνίας θεωρείται άλυτο μαθηματικό πρόβλημα. H ~ της Bοσνίας, η διαίρεση σε τρία ανεξάρτητα τμήματα. || (μτφ.): H ~ της ψυχής σε αντίληψη, συναίσθημα και βούληση.

[λόγ. τριχοτομη- (τριχοτομώ) -σις > -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες