Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σχετικός
1 εγγραφή
σχετικός -ή -ό [sxetikós] Ε1 : 1α.που έχει σχέση με κπ. ή με κτ., για δύο ή περισσότερα πράγματα, φαινόμενα, καταστάσεις ή πρόσωπα που συνδέονται με κάποιο κοινό στοιχείο: Διάβασα ένα βιβλίο σχετικό με την καλλιέργεια των λουλουδιών. Yπέγραψα τη σχετική δήλωση. || ανάλογος: Έχω τα σχετικά προσόντα που προβλέπονται για τη θέση του γραμματέα. Δεν έχει τη σχετική πείρα, που απαιτείται για κάποιο συγκεκριμένο έργο. β. που παρουσιάζει κάποια ομοιότητα με κπ. ή με κτ.· ανάλογος2: Aγόρασα μία τραπεζαρία σχετική με τη δική σου. γ. που είναι γνώστης ενός θέματος, που είναι ειδικός σε έναν τομέα: Είναι πολύ ~ με τα θέμα τα του κινηματογράφου. ANT άσχετος2. δ. (παρωχ., για πρόσ.) γνωστός: Είμαι πολύ ~ με τον αδελφό του. 2α. (για αφηρ. ουσ.) του οποίου το μέγεθος ή η αξία προσδιορίζεται μόνο σε σύγκριση με κτ. άλλο. ANT απόλυτος: Ο πλούτος και η φτώχεια είναι έννοιες σχετικές. Σήμερα είχαμε σχετική δροσιά, σε σύγκριση με τη χτεσινή μέρα. Ο πόνος είναι ένα αίσθημα σχετικό, υποκειμενικό. || (επιστ.): Σχετική υγρασία. Σχετική πλειοψηφία. Σχετική κίνηση. || (γραμμ.) Σχετικό υπερθετικό επίθετο, χαρακτηρισμός του υπερθετικού επιθέτου, όταν φανερώνει πως το ουσιαστικό, συκρινόμενο με όλα τα άλλα του ίδιου είδους, έχει στον πιο μεγάλο βαθμό την ιδιότητα που εκφράζει το επίθετο. β. που δεν είναι πολύ επαρκής, σε σύγκριση με κάποιο δεδομένο μέτρο: Έχει μια σχετική μόρφωση. Έχει σχετική πείρα / οικονομική άνεση. 3. (ως ουσ.) τα σχετικά: α. όλα όσα είναι απαραίτητα για κτ.: Πρέπει να υποβάλεις όλα τα σχετικά, για να γίνει δεκτή η αίτησή σου. β. σχέσεις, δοσοληψίες: Δεν έχω σχετικά μαζί του. Έχουν πολλά σχετικά οι δυο τους. σχετικά & (λόγ.) σχετικώς ΕΠIΡΡ α. σε σχέση, σε αναφορά προς κπ. ή προς κτ. (έκφρ.) ~ με: Έχω να πω κάτι ~ με το θέμα που μας απασχολεί. β. σε σύγκριση με κπ. ή με κτ.: Είναι ~ μεγάλος. Tο αγόρασα ~ φτηνά.

[λόγ. < ελνστ. σχετικός `σταθερός΄ σημδ. γαλλ. relatif· λόγ. < ελνστ. σχετικῶς]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες