Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- συντομογραφικός -ή -ό [sindomoγrafikós] Ε1 : που γίνεται με συντομογραφία: Συντομογραφική παράσταση μιας λέξης.
συντομογραφικά ΕΠIΡΡ: H έκφραση “και τα λοιπά” γράφεται ~ “κτλ.”. [λόγ. συντομογραφ(ία) -ικός]



