Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: συκομουριά
1 εγγραφή
συκομουριά η [sikomurjá] Ο24 : δέντρο με καρπούς που μοιάζουν με σύκα και με φύλλα όμοια με της μουριάς.

[ελνστ. συκομορέα κατά το μορέα > μουριά]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες