Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- στερεογραφόμετρο το [stereoγrafómetro] Ο42 : όργανο ειδικό για τον υπολογισμό του εμβαδού μιας σφαιρικής επιφάνειας της οποίας είναι γνωστή η στερεογραφική προβολή.
[λόγ. στερεογραφ(ία) -ο- + -μετρον]



