Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σιντριβάνι
1 εγγραφή
σιντριβάνι το [sindriváni] Ο44 : κατασκευή που αποτελείται από μια μικρή τεχνητή λιμνούλα και από ένα υδραυλικό σύστημα που εκτοξεύει ψη λά δέσμες νερού, διακοσμητικό στοιχείο σε πάρκα, πλατείες κτλ.

[τουρκ. şadιrvan (από τα περσ.) με μετάθ. του [r] και υποχωρ. αφομ. [a-i > i-i] ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες