Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- σιντοϊσμός ο [sindoizmós] Ο17 : η εθνική θρησκεία των Iαπώνων, ένα σύστημα θρησκευτικών δοξασιών και λατρευτικών πράξεων που βασίζεται στη λατρεία των προγόνων και στη θεοποίηση των δυνάμεων της φύσης.
[λόγ. < αγγλ. shintoism < ιαπων. shintō (-ism = -ισμός)]