Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σηροτροφία
1 εγγραφή
σηροτροφία η [sirotrofía] Ο25 : η εκτροφή μεταξοσκωλήκων για την παραγωγή μεταξιού.

[λόγ. σηροτρόφ(ος) -ία απόδ. γαλλ. sériciculture]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες