Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- σηματολόγιο το [simatolójio] Ο40 : 1. (ναυτ.) ειδικό βιβλίο στο οποίο καταγράφονται και ερμηνεύονται τα ναυτικά σήματα. 2. ειδικό βιβλίο στο οποίο καταγράφονται τα εμπορικά ή βιομηχανικά σήματα.
[λόγ. σηματο- + -λόγιον]