Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σαλαμινομάχος
1 εγγραφή
σαλαμινομάχος ο [salaminomáxos] Ο18 : Έλληνας πολεμιστής που πολέμησε εναντίον των Περσών στη ναυμαχία της Σαλαμίνας.

[λόγ. Σαλαμιν- (Σαλαμίς < αρχ. Σαλαμίς) -ο- + -μάχος κατά το μαραθωνομάχος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες