Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- σακχαροδιαβήτης ο [sakxaroδiavítis] Ο10 : (ιατρ.) ο σακχαρώδης διαβή της, το ζάχαρο2β.
[λόγ. σακχαρο-2 + διαβήτης μτφρδ. γαλλ. diabète sucré]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[λόγ. σακχαρο-2 + διαβήτης μτφρδ. γαλλ. diabète sucré]
© 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |