Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ραδιοευαισθησία η [raδioevesθisía] Ο25 : (ιατρ.) η ευαισθησία ζωντανών ιστών σε ραδιενεργό ακτινοβολία.
[λόγ. ραδιο- 2 + ευαισθησία μτφρδ. γαλλ.(;) radiosensibilité]