Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πρωτόγεννα
1 εγγραφή
πρωτόγεννα η [protójena] Ο27α : (λαϊκότρ., λογοτ.) η πρώτη γέννα.

[πρωτο- + γέννα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες