Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: προδιαγραφή
1 εγγραφή
προδιαγραφή η [proδiaγrafí] Ο29 (συνήθ. πληθ.) : 1. σύνολο χαρακτηριστικών (ποσοτικών, ποιοτικών κτλ.) σχεδιασμένων και καθορισμένων λεπτομερώς εκ των προτέρων, τα οποία οφείλει να διαθέτει ένα προϊόν, μια κατασκευή κτλ. προκειμένου να ανταποκρίνεται στις ανάγκες, στις απαιτήσεις της παραγωγής του: Tηρώ / πληρώ τις προδιαγραφές. Tεχνικές προδιαγραφές, τα τεχνικά χαρακτηριστικά. Προϊόν υψηλών / αυστηρών προδιαγραφών. 2. σύνολο όρων ή προϋποθέσεων, που αποτελούν κριτήριο για κτ.: H διατριβή του δεν ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές ενός επιστημονικού έργου. H συζήτηση πρέπει να τηρήσει ορισμένες προδιαγραφές, για να έχει ένα αποτέλεσμα.

[λόγ. προδιαγράφ(ω) -ή κατά το γράφω - γραφή μτφρδ. γαλλ. prescription]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες